Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

ΑΝΕΣΤΟΣ ΔΕΛΙΑΣ-«ΑΡΤΕΜΗΣ».

Πάμε να γνωρίσουμε την πιο τραγική ίσως μορφή του Ρεμπέτικου Τραγουδιού, τον Ανέστη Δέλιο, η Δελιά, η Αρτέμη.
Και τον αναφέρω σαν «τραγική» μορφή, γιατί ήταν ο άνθρωπος ο οποίος έγραψε και τραγούδησε τον …. Θάνατο του από τα ναρκωτικά!
Όμως, πριν φτάσουμε εκεί, ας γνωρίσουμε τον Ανέστο.
Ο Ανέστης Δέλιος η Δελιάς, η Αρτέμης, Γεννήθηκε το 1912, και πέθανε το 1944.
Η καταγωγή του, ήταν από την Μικρά Ασία, και σε ηλικία μόλις τριών χρόνων, τον βρίσκουμε με την οικογένεια του πρόσφυγα στον Πειραιά.
Ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης στην Σμύρνη, αλλά ασχολείτο και με την μουσική.
Έτσι ήταν επόμενο ο Ανέστος να μπει στο χώρο, και όχι απλά μπήκε, αλλά ήταν και ένας από τους δημιουργούς του ρεμπέτικου, ο οποίος έτσι και δεν έφευγε τόσο νωρίς, θα είχε δώσει πολύ περισσότερα τραγούδια.Άρχισε λοιπόν από μικρός να ασχολείται με την κιθάρα, και λίγο αργότερα, γύρω στα 1930, με την προτροπή του Μάρκου Βαμβακάρη, πιάνει στα χέρια του το μπουζούκι, ένα όργανο «ύποπτης προέλευσης» (για την εποχή), με ιδιαίτερη εξάπλωση στους ημι-παράνομους χώρους του Πειραιά και της Δραπετσώνας.
Εκτός βέβαια από τον Μάρκο, ο Ανέστος γνωρίζει τους Γιώργο Μπάτη, η Αμπάτη, η Τσωρό, τον Στράτο Παγιουμτζή η Τεμπέλη, τον Δημήτρη Γκόγκο η Μπαγιαντέρα, τον Στέλιο Κερομύτη, τον Μήτσο Καρυδάκια, και άλλους, οι οποίοι αποτελούσαν και το μουσικό σινάφι της περιοχής, η οποία ήταν γεμάτη από τεκέδες, ταβέρνες, και διάφορα καταγώγια.
Η δεκαετία του 1930, είναι και η πιο επικίνδυνη, γιατί ένα «άγνωστο» ναρκωτικό κάνει την εμφάνιση του, και μαζί με το χασίς θερίζει τους ανθρώπους των τεκέδων και του ρεμπέτικου.
Ο λόγος, για την «εισαγόμενη εκ Γερμανίας» ηρωίνη!
Το θύμα της ηρωίνης ήταν ο Ανέστος.
Οι Άλλοι μπορούμε να πούμε ότι άντεξαν.
Γύρω στα 1934, δημιουργείται η πρώτη επίσημη ρεμπέτικη κομπανία εν Ελλάδι, η «ΤΕΤΡΑΣ Η ΞΑΚΟΥΣΤΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ», αποτελούμενη από τους Μάρκο Βαμβακάρη, Στράτο Παγιουμτζή, Ανέστο Δελιά, και Γιώργο Μπάτη.
Ο Μπάτης, ο Μάρκος, και ο Δελιάς, θα περάσουν στη δισκογραφία σαν συνθέτες, στιχουργοί, οργανοπαίχτες και τραγουδιστές, εκτός από τον Παγιουμτζή, ο οποίος παρέμεινε σαν τραγουδιστής, άσχετα αν στο όνομα του αργότερα υπήρξαν πολλά σημαντικά τραγούδια.
Ο Δελιάς λοιπόν, και η «ΤΕΤΡΑΣ Η ΞΑΚΟΥΣΤΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ», ξεκινά τις εμφανίσεις της το καλοκαίρι του 1934 στη Μάντρα του Σαραντόπουλου, στην Ανάσταση του Πειραιά, και εκεί ο Ανέστος παρουσιάζει τα πρώτα του τραγούδια.
Τα λίγα του τραγούδια θα μπουν στη δισκογραφία τα επόμενα χρόνια 1935- 1936, γιατί και αυτός όπως και οι Γιοβάν Τσαούς, Μπάτης, Παπάζογλου (Αγγούρης) είναι εκτός «μηχανισμών λογοκρισίας» της Δικτατορίας Μεταξά.
Την ίδια εποχή που ο Γιοβάν Τσαούς έβαζε το πρόβλημα της ηρωίνης με το τραγούδι του «Ο ΠΡΕΖΑΚΙΑΣ», ο Δελιάς με το δικό του «Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΖΑΚΙΑ», γράφει τη δική του «αυτοβιογραφία».
Η δισκογραφική παρουσία του Δελιά, είναι κάποια λίγα τραγούδια, τα οποία είναι πλέον (σε βινύλιο) συλλεκτικά.
Τα τελευταία τραγικά χρόνια της ζωής του, αλλά και γενικότερα τι άνθρωπος ήταν ο Ανέστος Δελιάς, τα περιγράφει ο μεγάλος Ρεμπέτης Στέλιος Κηρομύτης!
«Άκου να δεις. Ο Ανέστος ήταν παιδί, ένα παιδί «κορίτσι¨, δηλαδή σεμνό παλικαράκι, σοβαρός, γλυκομίλητος, μήτε αισχρόλογα, και… αυτά.
Και ομορφόπαιδο.
Ναι, ήταν σαν κορίτσι απάνω στο πάλκο.
Έπαιζε μπουζούκι και μπαγλαμά και τον αγαπάγαμε όλοι.
Ήταν και ο πιο μικρός αυτός.
Προτού γίνει πρεζάκιας, είχε βγάλει ένα τραγούδι «Τον πόνο του πρεζάκια»το 1934.
Μεγάλη επιτυχία.
Έτυχε λοιπόν να γνωρίσει μια γυναίκα η οποία δεν ήξερε αυτός αν είναι πρεζού.
Διότι αυτή έπινε και ηρωίνη, έπινε και κοκαΐνη.
Διότι η κοκαΐνη έχει το ιδίωμα να σ’ έχει ξύπνιο και η ηρωίνη να σε κοιμίζει.
Έπινε λοιπόν κι απ’ τα δυο αυτή για να μη φαίνεται, και να μη κοιμάται και την καταλαβαίνεις.
Και τα φτιάχνει μαζί του.
Ωραία κοπέλα αυτή, να πούμε, ήθελε να τον κάνει οπαδό της.
Και πώς να τόνε κάνει;
Δεν είχε την τόλμη να του πει πιες.
Και με τι τρόπο το έκανε πρεζάκια;
Στον ύπνο.
Στον ύπνο που κοιμότανε, του έκανε ένα γιάφ- γιούφ, έτσι να πούμε, μ’ ένα χαρτάκι, τόκανε σα σωληνάκι, και του τη φύσαγε στον ύπνο στη μύτη την ώρα που έκανε α…..α και έπαιρνε ανάσα.
Και έτσι, αφού τον έκανε πρεζάκια να πούμε, και έγινε θύμα της ηρωίνης, τότες εκδηλώθηκε και αυτή, ότι πίνει και γίνανε αντάμα.
Τότε, τα χρόνια εκείνα πουλάγανε να πούμε ηρωίνη.
Από την πόλη φτιάχνανε, φέρνανε, από την Γερμανία φέρνανε.
Αυτό το φέρανε το 22 εδώ πέρα.
Πεθάνανε πολλά παιδιά.
Τότε οι ποινές για τα ναρκωτικά ήταν μικρές.
Άμα σε πιάνανε με κανένα τσιγάρο, 15 μέρες με ένα μήνα έτρωγες να πούμε.
Αλλά μετά με το Μεταξά έγιναν βαριές.
Δίνανε και χρόνο, δίνανε και εξορία.
Τον Ανέστο, τον μαζέψαμε εμείς δυο τρεις φορές, τον έκανα, του πήρα ρούχα, τούκανα μπουζούκι, τον ετράβηξα μαζί μου κανένα χρόνο, κι απάνω πούχε στρώσει,, έρχεται αυτή, έμαθε ότι έπαιζε μαζί μου- εκεί- που γύρισα από την Αλβανία φαντάρος και τούφερνε κρυφά απ’ την αυλή.
Τούφερνε πρέζα.
Κι από τότε, δεν τον εζύγωνε κανείς, ήταν ρακένδυτος.
Πούλαγε τα ρούχα του.
Μόλις τούκανα κουστούμι καινούριο παλτό, μπουζούκι, τα πούλησε να αγοράσει ναρκωτικά.
Μια μέρα τον βρήκανε σε ένα καροτσάκι στο Βαρβάκειο.
Κοκάλωσε.
Είχε μελανιάσει, όλος πρήστηκε.
Και να καταλάβεις, εγώ τρεις φορές τον είχα κλείσει στο δωμάτιο, τον εφύλαγα.
Ο Γενίτσαρης τον είχε κλεισμένο.
Ο συγχωρεμένος ο Στράτος τον είχε μπάσει στο σπίτι του και τον εφυλάγανε .
Αλλά δεν μπορέσαμε να τόνε σώσουμε και πήγε έτσι».
Αυτή είναι η μαρτυρία του αξέχαστου Στέλιου Κηρομύτη.
Ο Ανέστος Δελιάς, έσβησε σε ηλικία 32 χρόνων.
Και ας δούμε το τραγούδι «αυτοβιογραφία» του Δελιά!
«Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΖΑΚΙΑ».
Απ’ το καιρό που άρχισα την πρέζα να φουμάρω
Ο κόσμος μ’ απαρνήθηκε δε ξέρω τι να κάνω.

Όπου σταθώ και όπου βρεθώ ο κόσμος με πειράζει
Και η ψυχή μου δεν κρατά πρεζά να με φωνάζει.

Απ’ τη μυτιά που τράβαγα άρχισα και βελόνι,
Και το κορμί μου άρχισε σιγά – σιγά να λειώνει.

Τίποτα δε μ’ απόμεινε στο κόσμο για να κάνω,
Αφού η πρέζα μ’ έκανε στους δρόμους να ποθάνω.

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

ΣΤΕΛΛΑΚΗΣ ΠΕΡΠΙΝΙΑΔΗΣ

Πολλοί τον ξέρουν μόνο σαν τραγουδιστή, αλλά ο Περπινιάδης ήταν και αυτός ένας από τους δημιουργούς του ρεμπέτικου! Συνθέτης, στιχουργός, τραγουδιστής!
Τρεις διαφορετικές ιδιότητες, ΕΝΑ αποτέλεσμα! Ο Στελλάκης Περπινιάδης γεννήθηκε στην Τήνο το 1899, από πατέρα Τηνιακό, και μητέρα Χιώτισσα!
Ένα χρόνο μετά, η οικογένεια του μετακόμισε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου έμειναν έξι χρόνια!
Το 1906, έφυγαν από την Αλεξάνδρεια, και πήγαν στην Κωνσταντινούπολη, και αυτό γιατί οι δουλειές του πατέρα του δεν πήγαιναν καλά!
Ο μικρός Στελλάκης, επειδή του άρεζε η εκκλησία, βρέθηκε κάποια στιγμή στο ψαλτήριο της εκκλησίας του Αη Γιάννη των Χιων, στο Γαλατά!
Είχε πολύ καλή φωνή, και έτσι ένας διάκονος του έδωσε τα πρώτα μαθήματα Βυζαντινής μουσικής! Σύντομα βρέθηκε να είναι "κανονάρχης", έχοντας μαθητεύσει δίπλα στον "Πρύτανη" των ψαλτών ΚΑΜΑΡΑΔΟ!
Τα πρώτα βήματα του στο τραγούδι, τα έκανε μετά από τον στρατό, το 1925, όταν γνώρισε τον Μανώλη Μαργαρώνη, έναν μουσικό που έπαιζε σαντούρι! Εκείνος του έδειξε τις "θέσεις" σε μια κιθάρα που στο μεταξύ είχε αγοράσει, και τον πήρε μαζί του στη δουλειά! Το 1929, ο Περπινιάδης γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Τούντα, ο οποίος μόλις τον άκουσε ενθουσιάστηκε. Έτσι ο Τούντας έδωσε στον Περπινιάδη και τα δυο πρώτα τραγούδια, που ερμήνευσε σε δίσκο!
"ΤΟ ΚΟΥΚΛΙ ΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΙΑΣ, και ΣΤΟΝ ΠΟΔΟΝΙΦΤΗ ΜΙΑ ΕΜΟΡΦΗ ΜΙΚΡΟΥΛΑ", τα οποία φωνογράφησαν στο ξενοδοχείο "Τουρίστ", μιας και ακόμα δεν υπήρχαν εργοστάσια δίσκων!
Η φωνογράφηση έγινε για λογαριασμό της "ΟΝΤΕΟΝ", μόνο που ο Στελλάκης γρήγορα (την ίδια χρονιά) άλλαξε εταιρία, πηγαίνοντας στην "ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ"!
Στην "Κολούμπια", ερμήνευσε τραγούδια διαφόρων συνθετών, όπως των ΤΟΥΝΤΑ, ΣΑΛΟΝΙΚΙΟΥ (Σέμση), ΓΙΟΒΑΝ ΤΣΑΟΥΣ, ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ, ΣΚΑΡΒΕΛΗ (παστουρμά), και άλλων!
Κάθε δίσκος ήταν και μια μεγάλη επιτυχία!
Ο Στελλάκης Περπινιάδης, γρήγορα έγινε περιζήτητος απ' όλους τους συνθέτες-στιχουργούς του ρεμπέτικου!
Παρόλο που τραγουδούσε τραγούδια άλλων δημιουργών, έγραφε και δικά του τραγούδια! Γύρω στο 1934, έγραψε τη μουσική στη "ΓΑΤΑ", ένα τραγούδι που ερμήνευσε ο ίδιος, και τους στίχους είχε γράψει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΘΕΣΗΣ, ο επιλεγόμενος "Τρελάκιας"!
Την ίδια χρονιά, έγραψε τους στίχους και τη μουσική στα τραγούδια "ΨΕΥΤΟΦΙΛΙΑ" (όλος ο κόσμος τώρα δουλεύει μηχανές), "ΔΥΟ ΚΑΡΠΟΥΖΙΑ ΣΕ ΕΝΑ ΧΕΡΙ", "ΜΑΓΚΕΣ ΜΟΥ ΣΥΜΜΟΡΦΩΘΕΙΤΕ", "ΚΑΛΥΒΙΩΤΙΣΣΑ, και άλλα!
Το 1936, ο Στελλάκης τραγούδησε ένα τραγούδι του Τούντα, με το οποίο μπήκε και αυτός, και ο Τούντας σε περιπέτειες, από τη δικτατορία του Μεταξά.
Το τραγούδι, δεν είναι άλλο από την "ΒΑΡΒΑΡΑ"!
Η δικτατορία το θεώρησε "άσεμνο και προκλητικό", με αποτέλεσμα να αποσυρθούν όλοι οι δίσκοι από την αστυνομία!
Μόνο που το τραγούδι, είχε ήδη γίνει επιτυχία! Βέβαια ο Στελλάκης, ο Τούντας, και ο υπεύθυνος της "Κολούμπια" Θεμιστοκλής Λαμπρόπουλος, πέρασαν από δίκη!
Ο Στελλάκης Περπινιάδης, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές (κυρίως) των ρεμπέτικων τραγουδιών!
Η φωνή του, χαρακτηριστική, βυζαντινή, έδινε μια ξεχωριστή ομορφιά στα τραγούδια που ερμήνευε!
Στα τελευταία του, σε μια συνέντευξη που είχε δώσει στον Κώστα Χατζηδουλή, είχε πει!
"Δεν υπάρχει λαϊκό τραγούδι σήμερα.
Έχει φύγει απ' το δρόμο του, και από τον προορισμό του.
Που Χιώτης, και Μπέμπης, από τους Θεούς του μπουζουκιού!
Που τραγουδιστές σαν τον Στράτο, τον Νταλγκά, το Ρούκουνα, τον Καρίπη, τον Νούρο, τον Αραπάκη, και τους άλλους!
Που είναι οι Τσιτσάνηδες, οι Παπάζογλου, να γράψουν λαϊκά τραγούδια!
Όλα πάνε κατά διαόλου στο λαϊκό τραγούδι, και οι διάφοροι ψευτοσυνθέτες, ξέρουν μόνο να μιλάνε για τον εαυτό τους! Δεν κοιτάνε τα πολλά χάλια τους"!
Ο Στελλάκης Περπινιάδης, πέθανε το Σεπτέμβρη του 1977! Πόσο προφητικά είχε μιλήσει όμως!
Ας δούμε τους στίχους από το τραγούδι που έβαλε σε μπελάδες τόσο τον Παναγιώτη Τούντα, όσο και τον Στελλάκη Περπινιάδη.
Η Βαρβάρα
Η Βαρβάρα κάθε βράδυ στη Γλυφάδα ξενυχτάει
και ψαρεύει τα λαβράκια, κεφαλόπουλα, μαυράκια
Το καλάμι της στο χέρι, κι όλη νύχτα στο καρτέρι
περιμένει να τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει

Ένας κέφαλος βαρβάτος, όμορφος και κοτσονάτος
της Βαρβάρας το τσιμπάει, το καλάμι της κουνάει
Μα η Βαρβάρα δεν τα χάνει τον αγκίστρωσε τον πιάνει
τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια

Κοίταξε μωρή Βαρβάρα, μη σου μείνει η λαχτάρα
τέτοιος κέφαλος με νύχι, δύσκολα να σου πετύχει
Βρε Βαρβάρα μη γλιστρήσει και στη θάλασσα βουτήξει
βάστα τον απ' το κεφάλι μη σου φύγει πίσω πάλι

Στο καλάθι της τον βάζει κι από την χαρά φωνάζει
έχω τέχνη έχω χάρη ν' αγκιστρώνω κάθε ψάρι
Για ένα κέφαλο θρεμμένο όλη νύχτα περιμένω
που θα 'ρθεί να μου τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει

Β.Τ